Ο διάδοχος του Μέσι και του Ρονάλντο...

Ο διάδοχος του Μέσι και του Ρονάλντο...


Για να πω την αλήθεια δεν θυμάμαι άλλο τελικό του Τσάμπιονς λιγκ στον οποίο ΜVP να ψηφίστηκε ένα στόπερ – και μάλιστα με τεράστια διαφορά: ο Βίρτζιλ Φαν Ντάικ δεν είχε αντίπαλο. Πιθανότατα δεν μιλάμε απλά για τον καλύτερο ποδοσφαιριστή του τελικού, αλλά και για τον σταθερότερο φέτος ποδοσφαιριστή στη διοργάνωση. Πράγμα αρκετά παράξενο αν σκεφτεί κανείς ότι είχαμε φέτος ένα Τσάμπιονς λιγκ με πάρα πάρα πολλά γκολ. Τα πολλά γκολ στάθηκαν λόγος για να ξεχωρίσει ένα στόπερ, κι όχι ένας κυνηγός.  

Πριν και μετά

Δεν χωρά αμφιβολία πως η παρουσία του Φαν Ντάικ στο κέντρο της άμυνας της Λίβερπουλ άλλαξε τόσο πολύ την ομάδα του Γιούργκεν Κλοπ, ώστε θα μπορούσαμε να μιλάμε για Λίβερπουλ πριν και μετά τον Φαν Ντάικ! Εξίσου σημαντικός αποδείχτηκε φέτος και ο τερματοφύλακας Αλισον – αλλά η δική του περίπτωση είναι διαφορετική: ο Βραζιλιάνος τερματοφύλακας εξελίχτηκε σε πρωταγωνιστή, γιατί πριν από αυτόν υπήρχε το απόλυτο τίποτα. Ο Φαν Ντάικ από την άλλη βοήθησε τη Λίβερπουλ όχι απλά να κερδίζει, αλλά να γίνει καλύτερη: η επίδρασή του στο παιγνίδι φάνηκε από την πρώτη στιγμή – η παρουσία του άλλαξε την ομάδα. Σε αυτόν οφείλεται π.χ ότι τα ακραία μπακ έγιναν  επιθετικότερα, ότι ο Κλοπ μπορεί εύκολα να παίζει με ένα κόφτη, ότι η Λίβερπουλ μπορεί να κρατά το μηδέν, αν το κάνει βασικό σκοπό της – το είδαμε και στην Μαδρίτη.

 

Του ήταν αρκετός ένας χρόνος

Απορούσα πραγματικά πως ένας ποδοσφαιριστής με τέτοια προσόντα άργησε τόσο πολύ να βρεθεί σε μια μεγάλη ομάδα κι έριξα μια ματιά στα πεπραγμένα του: το βιογραφικό του εξηγεί πολλά. Ο Φαν Ντάικ έκανε ντεμπούτο πολύ μικρός στη Χρόνιγκεν αλλά στα 20 του, μετά από μια χειρουργική επέμβαση ήθελε να κόψει το ποδόσφαιρο! Εχει ένα τεράστιο δέσιμο με την οικογένεια του (κυρίως με τη μητέρα του) κι αυτό στον παράξενο κόσμο του ποδοσφαίρου το θεωρούσαν πρόβλημα! Βρέθηκε στη Σέλτικ γιατί οι μεγάλες ολλανδικές ομάδες τον θεωρούσαν λίγο προβληματική περίπτωση. Τον απέκτησε η Σαουθάμπτον,  χάρη στην επιμονή του τότε προπονητή της. που ήταν ο Ολλανδός Ρόναλντ Κούμαν – αν αυτός δεν υπήρχε πιθανότατα ο Φαν Ντάικ να αγωνιζόταν ακόμα στο σκωτσέζικο πρωτάθλημα. Εκανε για χρόνια μάλλον μέτριες εμφανίσεις με την Εθνική Ολλανδίας, συλλέγοντας αποτυχίες. Αλλά του έφτανε ένας μόλις χρόνος παρουσίας στην Πρέμιερ λιγκ για να πείσει τους δύσπιστους και φυσικά για να εκτιναχτεί η τιμή του στα ύψη. Όταν η Λίβερπουλ τον απέκτησε, η μεταγραφή του έδωσε τον άτυπο τίτλο του ακριβότερου αμυντικού στον κόσμο – αποδείχτηκε ότι ήταν μια από τις καλύτερες μεταγραφές της ιστορίας της ομάδας. Αλλά μπορεί ένα στόπερ, σε μια χρονιά που είχαμε «καταιγίδες» από γκολ να θεωρείται ο καλύτερος της χρονιάς; Η απάντηση είναι «ναι». Κυρίως γιατί φέτος οι μεγάλοι επιθετικοί, ειδικά στο Τσάμπιονς λιγκ, δεν κατάφεραν να εξελιχτούν σε απόλυτους πρωταγωνιστές.

Χωρίς αέρα υπεροχής

Η Ευρώπη ζει ακόμα στον αστερισμό του Μέσι και του Ρονάλντο. Οσο κι αν οι δυο μεγάλωσαν και δυσκολεύονται πλέον να έχουν σταθερή απόδοση όλη τη σεζόν, διάδοχός τους φέτος δεν υπήρξε. Υπήρξαν πολλοί και καλοί επιθετικοί που διακρίθηκαν στο Τσάμπιονς λιγκ – χωρίς ωστόσο τελικά να βάλουν την σφραγίδα τους. Ο Εμ Παπέ χάθηκε στο κρίσιμο ματς με την  Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και ο γρήγορος αποκλεισμός της Παρί του στέρησε το μεγάλο παλκοσένικο. Ο Σαλάχ είχε μια καλή σεζόν αλλά σίγουρα χειρότερη από την περσινή. Οι κυνηγοί της Σίτυ δεν φταίνε για τον αποκλεισμό από την Τότεναμ (στην οποία έβαλαν τέσσερα γκολ) αλλά δεν έφτασαν με την πρωταθλήτρια Αγγλίας ούτε μέχρι τα ημιτελικά κι αυτό μέτρησε. Αν η ομάδα του Γκουαρντιόλα έφτανε έστω στα ημιτελικά θα μπορούσαμε να συζητάμε για τη χρονιά του Ραχίμ Στέρλινγκ, που ήταν φέτος σταθερότατος και MVP της ομάδας του στην Πρέμιερ λιγκ. Κατώτερος των περιστάσεων ήταν φέτος και ο καλός Γκριεζμάν με την Ατλέτικο, ενώ ο Ντιμπάλα στη Γιούβε χάθηκε. Τα αστέρια της Ρεάλ έπαψαν να λάμπουν χωρίς τον Ρονάλντο, που κι αυτός όμως δεν κατάφερε να κάνει ένα μεγάλο Τσάμπιονς λιγκ με την Γιουβέντους. Και ο Πορτογάλος και ο Μέσι εξακολουθούν να τραβούν την προσοχή περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο επιθετικό στην Ευρώπη – κυρίως όμως γιατί σκοράρουν πολύ στα εθνικά πρωταθλήματα, αλλά και γιατί μπορεί ακόμα να μετατρέψουν ένα ματς σε one man show: ο Ρονάλντο το έκανε κόντρα στην Ατλέτικο, ο Μέσι κόντρα στη Λίβερπουλ. Ωστόσο πλέον στο Τσάμπιονς λιγκ τέτοιο ματς μπορεί να κάνουν ένα το χρόνο – νεότεροι έκαναν και τρία και τέσσερα.

 

Από την άλλη οι εφετινοί καλύτεροι κυνηγοί δεν έχουν τον δικό τους αέρα υπεροχής: ο Τάντιτς που πήγε τον Αγιαξ στα ημιτελικά με προσωπικά γκολ, κι ο Μανέ και ο Σον που ήταν οι σταθερότεροι επιθετικοί της Λίβερπουλ και της Τότεναμ αντίστοιχα, έχουν καταπληκτική ταχύτητα και καλή σχέση με το γκολ, αλλά τους λείπει η λάμψη του πρωταγωνιστή ακόμα κι αν σε αφήνουν στιγμές στιγμές με ανοιχτό το στόμα. Υποψήφιοι διάδοχοι του Μέσι και του Ρονάλντο αναζητούνται. Όχι τυχαία δυο γκολ δικά τους ψηφίστηκαν ως ωραιότερα της χρονιάς – το φάουλ του Μέσι εναντίον της Λίβερπουλ και το γκολ του Ρονάλντο κόντρα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αποδεικνύουν ότι ο κόσμος στην Ευρώπη παραμένει αιχμάλωτος αυτών των δυο.  

Χάσαμε το μέτρημα

Πέρυσι είδαμε ένα παγκόσμιο κύπελλο με πολλά γκολ, στο οποίο MVP ψηφίστηκε (και δικαίως) ο Λούκα Μόντριτς, ένας οργανωτής που ξεκινά από τα μετόπισθεν. Φέτος, σε ένα Τσάμπιονς λιγκ που χάσαμε το μέτρημα των ανατροπών, θριαμβευτής ήταν στο φινάλε ένας εξαιρετικός στόπερ όπως ο Φαν Ντάικ: σίγουρα τον βοήθησε κι ότι η Ολλανδία του δεν αγωνίστηκε στο μουντιάλ. Οσο περισσότερο βλέπουμε γκολ, τόσο περισσότερο εκτιμάμε αυτούς που τα δημιουργούν κι αυτούς που τα αποτρέπουν. Και σε λίγο θα αρχίσουμε να νοσταλγούμε το Μέσι και τον Ρονάλντο που τα έβαζαν για πλάκα, μολονότι σε τελικό Τσάμπιονς λιγκ δύσκολα θα τους ξαναδούμε…